ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ

Όταν η μοίρα πρόσταξε να γίνει ο άρχοντας της Πόλης
τα στήθη του γέμισαν περηφάνια, αλλά σίγουρα δε χάρηκε πολύ.
Όμως δεν είχε κιοτέψει ποτέ στη ζωή του για να κιοτέψει και τώρα.
Το βασιλικό ποτήρι σήκωσε που ‘χε ποτό πικρό.
Το ύψωσε στον ουρανό και είπε:
«Γενηθήτω το θέλημά Σου.
Θεέ μου στην υγειά Σου».

Στην πολεμίστρα στάθηκε με το σπαθί στο χέρι
κι αγνάντεψε το βρωμερό βαρβαρικό ασκέρι.
Τσακάλια λύκους κι ύαινες τους είδε μέσ’ το νου του
να φάν’ τη σάρκα και να πιουν το αίμα του λαού του.

Φόβο ποτέ δεν ένιωσε στα στήθια ο αετός.
Αμέτρητοι ήταν οι εχθροί κι εκείνος μοναχός.
Κι αντί ν’ απλώσει τα φτερά στη Δύση να πετάξει
ή μπρος στα πόδια του εχθρού να ρίξει το σπαθί,
μπρος στις επάλξεις στάθηκε.

Στον αέρα η βασιλική πορφύρα ν’ ανεμίζει.

Τα χέρια του άνοιξε πλατιά και είπε:
«Είμαι έτοιμος. Ελάτε».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΚΟΙ

ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΙΑ

ΤΕΤΑΡΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΔΕΞΙΑ